ΑΝΑΛΥΣΗ
Του Γιάννη Μαυρή
Οι επερχόμενες Προεδρικές εκλογές πρόκειται να διεξαχθούν σε ένα αρκετά διαφορετικό περιβάλλον, από εκείνο που είχαν διεξαχθεί οι προηγούμενες. Στη διαμόρφωση του γενικού κλίματος φαίνεται να επιδρούν, τόσο οι ενδείξεις ανάκαμψης της οικονομίας (θετικά), όσο και η αποτυχία της τελευταίας διάσκεψης για το Κυπριακό, στο Κραν Μοντανά (αρνητικά).
Ο βασικός δείκτης αποτίμησης του πολιτικού κλίματος («κατεύθυνση της χώρας»), που χρησιμοποιείται συστηματικά στις έρευνες του ΡΙΚ, αποτυπώνει ευκρινώς τη συντελεσθείσα μεταβολή (Διάγραμμα 1). Με βάση τα αποτελέσματα της 25ης Παγκύπριας Έρευνας Πολιτικής Κουλτούρας και Εκλογικής Συμπεριφοράς [1], η πλειοψηφία των πολιτών (45%, σχεδόν 1 στους 2 ερωτηθέντες) εξακολουθεί να θεωρεί ότι η χώρα κινείται «σε λάθος κατεύθυνση». Ωστόσο, σε σύγκριση με το 2013, το εν λόγω ποσοστό έχει περιορισθεί σχεδόν στο ½. Και, αντιστρόφως, η θετική αξιολόγηση της πορείας των πραγμάτων («η χώρα κινείται σε σωστή κατεύθυνση») έχει επανέλθει στα περισσότερο «φυσιολογικά» επίπεδα, που χαρακτήριζαν την κοινή γνώμη, προ κρίσης.
Η βελτίωση του γενικού κλίματος οφείλεται πιθανότατα στη σχετική άρση των συνεπειών της οικονομικής κρίσης. Οι ενδείξεις της ανάκαμψης δεν αφήνουν ανεπηρέαστο το εκλογικό σώμα. Μια σειρά από ευρήματα της έρευνας συγκλίνουν σε αυτήν την εκτίμηση: α) Στη σειρά κατάταξης των σημαντικότερων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα, μπορεί το οικονομικό να παραμένει το σημαντικότερο, αλλά σε σύγκριση με τη συγκυρία του 2013, δείχνει να έχει υποχωρήσει αρκετά (36% σήμερα, έναντι 46% τον Νοέμβριο του 2012), όπως αντίστοιχα συμβαίνει και με την ανεργία (15% σήμερα, έναντι 22% προηγουμένως (Διάγραμμα 2). β) Το 53% των ερωτηθέντων δηλώνει, ότι με το εισόδημα που διαθέτει σήμερα, «τα καταφέρνει» ή «ζει άνετα», ποσοστό υπερδιπλάσιο από το αντίστοιχο του Νοεμβρίου 2012 (24%). γ) Επίσης, η πλειοψηφία, σε ποσοστό 62%, έχει την προσδοκία ότι η προσωπική οικονομική της κατάσταση, δεν θα επιδεινωθεί περαιτέρω τον επόμενο χρόνο, αλλά θα παραμείνει στάσιμη, ενώ 1 στους 5 (22%) εκτιμά ότι θα βελτιωθεί. δ) Τέλος, είναι ενδεικτικό, ότι 4 στους 10 πολίτες (40%) δηλώνουν ότι αισθάνονται «αισιοδοξία» για το προσωπικό τους μέλλον.[2]
Ταυτόχρονα, όπως συνάγεται από την έρευνα, στην κοινωνική ιεράρχηση των σημαντικότερων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα, το Κυπριακό επανακάμπτει στη 2η θέση (27%, έναντι μόλις 15% το 2012, Διάγραμμα 2).
Η αναβάθμιση της σημασίας του εθνικού ζητήματος στη συνολική κατάταξη, δεν προκύπτει μόνον εξαιτίας της συμπίεσης της αντίστοιχης σημασίας του οικονομικού και της ανεργίας. Η μεταβολή στις εκτιμήσεις του εκλογικού σώματος είναι ενδεχομένως απόρροια της αποτυχίας των διαπραγματεύσεων, που διεξήχθησαν το περασμένο καλοκαίρι στην Ελβετία. Το γεγονός αυτό μείωσε κατακόρυφα τις κοινωνικές προσδοκίες για τις πιθανότητες επίλυσης του Κυπριακού. Πράγματι, όπως προκύπτει από έναν άλλο σχετικό δείκτη, που χρησιμοποιείται επίσης διαχρονικά για τη μέτρηση των σχετικών στάσεων της κοινής γνώμης, μόλις το 14% των ερωτηθέντων (1 στους 7) πιστεύει, ότι «βρισκόμαστε σήμερα πιο κοντά σε λύση, σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν». Στην περσινή έρευνα του ΡΙΚ για τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές (Μάιος 2016), το αντίστοιχο ποσοστό είχε μετρηθεί στο 42%, ήταν δηλαδή τριπλάσιο.
Θα ανακάμψει το ενδιαφέρον των πολιτών για τις εκλογές;
Η εμφανής αλλαγή του γενικού πολιτικού και κοινωνικού κλίματος σφραγίζει την επερχόμενη προεδρική αναμέτρηση. Το γεγονός όμως ότι οι κοινωνικές προσδοκίες για την οικονομία, ως ένα βαθμό, ανακάμπτουν, δεν σημαίνει αυτομάτως ότι ανακάμπτει και το ενδιαφέρον των πολιτών για τις εκλογές και –κατ’ επέκταση- η συμμετοχή τους στην εκλογική διαδικασία.
Λόγω του πρωτεύοντος ρόλου που κατέχουν οι Προεδρικές εκλογές, το ενδιαφέρον για αυτές υπήρξε πάντοτε υψηλότερο, από το αντίστοιχο των Βουλευτικών και πολύ περισσότερο από εκείνο για τις Ευρωεκλογές, που θεωρούνται εκλογές β’ τάξης. Στο Διάγραμμα 3, αποτυπώνεται η διαχρονική εξέλιξη του ενδιαφέροντος που επιδεικνύει το εκλογικό σώμα, τόσο για τις προεδρικές όσο και τις βουλευτικές εκλογές, με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα των προεκλογικών ερευνών του ΡΙΚ.
Στην εκκίνηση της νέας προεκλογικής εκστρατείας, εκείνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι ο δείκτης ενδιαφέροντος, που καταγράφεται σήμερα (51%), είναι πράγματι υψηλότερος και σε σύγκριση με τις τελευταίες Βουλευτικές εκλογές (2016), αλλά και σε σύγκριση με την, χρονικά, αντίστοιχη ένδειξη των προηγούμενων Προεδρικών του 2013 (46%)· όχι όμως και σε σύγκριση με την πολωμένη αναμέτρηση του 2008 (60%).
Εν κατακλείδι, μένει να αποδειχθεί στις κάλπες, εάν το ευνοϊκότερο κοινωνικό κλίμα που διαμορφώνεται, οδηγήσει και σε ανάσχεση της τάσης απομάκρυνσης των πολιτών από την πολιτική και την εκλογική διαδικασία· τάση, που με επώδυνο τρόπο καταγράφηκε την τελευταία δεκαετία, σε όλες ανεξαιρέτως τις εκλογικές αναμετρήσεις.
[1] Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την εταιρία CYMAR, σε συνεργασία με την Public Issue. Το ΡΙΚ καθιέρωσε από το 1996, τη συστηματική διεξαγωγή παγκύπριων ερευνών κοινής γνώμης, σχετικά με την πολιτική κουλτούρα και την εκλογική συμπεριφορά των Κυπρίων, πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση. Οι (μέχρι στιγμής 25) έρευνες του ΡΙΚ αποτελούν ένα σημαντικό εργαλείο για τη διερεύνηση των διαχρονικών τάσεων του εκλογικού σώματος.
[2] Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι διαθέσιμα και στην ιστοσελίδα: www.publicissue.gr/13821/cpcs25/