Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Το ποσοστό 53% που απέσπασαν οι Δημοκρατικοί στις εκλογές της περασμένης Τρίτης είναι σίγουρα ιστορικό. Η σημασία του υπερβαίνει κατά πολύ τις επιδόσεις που είχε καταγράψει ο Μπιλ Κλίντον, στη δεκαετία του ’90 (43% το 1992 και 49,2% το 1996). Αν εξαιρέσει κανείς τη νίκη του Λίντον Τζόνσον τη δεκαετία του ’60 (61,1%, το 1964), αντίστοιχα ποσοστά εκλογικής ηγεμονίας έχουν να εμφανίσουν οι Δημοκρατικοί από την εποχή του Φραγκλίνου Ρούζβελτ, στη δεκαετία του ’40 (54,7% το 1940 και 53,4% το 1944). Η διεύρυνση της κοινωνικής ηγεμονίας των Δημοκρατικών κατέστη δυνατή χάρις: πρώτον, στην πρωτοφανή αύξηση της συμμετοχής, δεύτερον, στη μαζική εκλογική μετατόπιση κομβικών τμημάτων του αμερικανικού εκλογικού σώματος και τρίτον, στην ιδεολογική μεταστροφή. Πρόκειται για ένα μεγάλο εκλογικό ρεύμα, αποκρυσταλλωμένο πολύ καιρό πριν την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης του Σεπτεμβρίου.
Η εκτεταμένη κοινωνική κινητοποίηση οδήγησε σε πραγματική αναβίωση της μαζικής πολιτικής. Αν και δεν υπάρχει ακόμη τελική εκτίμηση, υπολογίζεται ότι το εκλογικό σώμα ανήλθε σε 133,3 εκ. ψηφοφόρους. Οι τουλάχιστον 10 εκ. περισσότεροι ψηφοφόροι, σε σύγκριση με το 2004 (123,5 εκ.), ανεβάζουν το ποσοστό συμμετοχής στις εκλογές στο 62,6% (60,7% το 2004), ποσοστό που έχει να καταγραφεί από το 1964 (62,8%). Η διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ήταν πρωτοφανής (23 μήνες) και η συμμετοχή «από τα κάτω», κυρίως των νέων, εκδηλώθηκε με την εμφάνιση νέων οργανωτικών μορφών. Η πραγματοποίηση μαζικών συγκεντρώσεων (250.000 άτομα στο Σικάγο), επίσης, δεν χαρακτηρίζει την αμερικανική πολιτική κουλτούρα. Στην πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση, το Δημοκρατικό κόμμα διέθετε ένα επιπλέον σημαντικό πλεονέκτημα, έναντι των Ρεπουμπλικάνων, την ιδεολογική υπεροχή. Συνολικά, το 39% των αμερικανών πολιτών αυτοτοποθετήθηκε ιδεολογικά στους «Δημοκρατικούς», ενώ μόλις το 32% στους «Ρεπουμπλικάνους». Σύμφωνα με το ινστιτούτο Pew, το προβάδισμα της δημοκρατικής παράταξης στην κομματική ταύτιση (party identification) ήταν σημαντικά υψηλότερο, τόσο σε σύγκριση με το 2004, όπου το εκλογικό σώμα ήταν διαιρεμένο, όσο και με την περίοδο Κλίντον.
Η κοινωνική συμμαχία της αλλαγής
Περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η εκλογική βάση των Δημοκρατικών διαθέτει σαφέστατα κοινωνικά χαρακτηριστικά και εντονότατη κοινωνική όσμωση, που θα ζήλευαν όχι μόνον τα παλιά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης, αλλά ακόμη και τα κομμουνιστικά: Τα πιο φτωχά και εργαζόμενα στρώματα του πληθυσμού των μεγαλουπόλεων, οι κοινωνικά αποκλεισμένες μειονότητες, οι ανύπανδρες μητέρες, οι Καθολικοί, οι συνδικαλισμένοι και επιπλέον, ένα νέο κίνημα της νεολαίας, συγκροτήθηκαν σε μια γιγαντιαία εκλογική κοινωνική συμμαχία, που εκτόξευσε το ποσοστό των Δημοκρατικών στο 53%. Ταυτοχρόνως, όμως, ο Ομπάμα κατάφερε να συσπειρώσει και ένα σημαντικό τμήμα της αμερικανικής ελίτ και των πιο πλουσίων στρωμάτων του πληθυσμού, που εδώ και καιρό είχαν συνειδητοποιήσει τα καταστροφικά αποτελέσματα της διακυβέρνησης Μπους.
Η εισβολή της νεολαίας στο πολιτικό προσκήνιο
Στις προεδρικές εκλογές της περασμένης Τρίτης, υπολογίζεται ότι ψήφισαν 21,6-23,9 εκατομμύρια νέοι Αμερικανοί, δηλαδή τουλάχιστον 2,2 εκατομμύρια περισσότεροι, σε σύγκριση με το 2004. Με βάση τη δημοσκόπηση εξόδου των έξι μεγαλύτερων αμερικανικών τηλεοπτικών δικτύων, που πραγματοποίησαν οι εταιρείες Edison/Mitofsky, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι η συντριπτική / καταιγιστική υποστήριξη των νέων υπήρξε, ίσως, ο αποφασιστικότερος παράγοντας της εκλογικής νίκης του Ομπάμα. Με βάση τις εκτιμήσεις του κέντρου μελετών της πολιτικής συμπεριφοράς των νέων CIRCLE, υπολογίζεται ότι η συμμετοχή των νέων Αμερικανών (ηλικίας 18-29 ετών) στις εκλογές είναι υψηλότερη από το 2004, χρονιά όπου επίσης είχε σημειωθεί σημαντική αύξηση, και σημαντικά υψηλότερη σε σχέση με το 2000 και το 1996. Το ποσοστό συμμετοχής σε αυτήν την αναμέτρηση (εκτιμάται προσωρινά μεταξύ 49,3% και 54,5%) μπορεί να αποδειχθεί το δεύτερο υψηλότερο από το 1972 (55,4%), δηλαδή την εποχή των μαζικών αντιπολεμικών κινητοποιήσεων του Βιετνάμ. Σαράντα χρόνια μετά το ’68, συγκροτείται ένα νέο κίνημα νεολαίας, με βασικό μοχλό οργανωτικής συγκρότησης, μορφοποίησης και έκφρασης το διαδίκτυο (42% των νέων ηλικίας 18-29 ενημερώνονταν τακτικά για τις εκστρατείες από αυτό, σε σύγκριση με 20% το 2004).
Ηλικιακό χάσμα χωρίς προηγούμενο
Οι νέοι ψηφοφόροι προτίμησαν τον νικητή των εκλογών, σε σχέση 2:1, αποτελώντας έτσι ένα βασικό συστατικό της νικηφόρας εκλογικής συμμαχίας. Μεταξύ των νεότερων ψηφοφόρων, ηλικίας κάτω των 30 ετών, ο Δημοκρατικός υποψήφιος εξασφάλισε σήμερα την ψήφο των 2/3 (66%), ενώ υπέρ του Μακέιν ψήφισε μόλις το 32%. Η συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα είχε υποστηρίξει πλειοψηφικά τους Δημοκρατικούς και το 2004, ψηφίζοντας τον Κέρυ, αλλά σε αρκετά χαμηλότερα ποσοστά (54%). Αυτό το ηλικιακό χάσμα στις προτιμήσεις Προεδρικού υποψηφίου είναι χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Με βάση το ίδιο ερευνητικό κέντρο, η μέση διαφορά, μεταξύ του ποσοστού που λαμβάνει ο Δημοκρατικός υποψήφιος στο σύνολο του εκλογικού σώματος και του ποσοστού που λαμβάνει στους νέους κάτω των 30 ετών, σε όλη την περίοδο από το 1976 μέχρι το 2004, είχε βρεθεί μόλις 1,8 εκατοστιαίες μονάδες. Αντιθέτως, σήμερα εκτοξεύθηκε στις 13 εκατοστιαίες μονάδες (66% στους νέους, έναντι 53% στο σύνολο). Ο Ομπάμα δεν εξασφάλισε αντίστοιχα ποσοστά μεταξύ όλων των ηλικιακών ομάδων, ούτε κατέγραψε τις ίδιες μετατοπίσεις (βλέπε πίνακα). Τουναντίον, στους ψηφοφόρους άνω των 65 ετών, ο Μακέιν συγκέντρωσε την απόλυτη πλειοψηφία (53%, έναντι 45%), διατηρώντας μάλιστα το προβάδισμα των 8 εκατοστιαίων μονάδων, που είχε καταγράψει πριν από 4 χρόνια, και ο Τζωρτζ Μπους, εις βάρος του Κέρυ (54%, έναντι 46%).
Η φυλετική πόλωση
Το 2008, η λευκή Αμερική δεν άλλαξε ουσιαστικά προτιμήσεις. Ψήφισε πλειοψηφικά (55%) Μακέιν (και σε ποσοστό 58% Μπους το 2004), ενώ ο Ομπάμα μειοψήφησε (43%), αυξάνοντας από το 2004 ελάχιστα την επιρροή των Δημοκρατικών (+2%, 41%, βασικά στους νέους). Αντιθέτως, μεταξύ 2004 και 2008, η φυλετική διαίρεση στις εκλογικές προτιμήσεις του αμερικανικού εκλογικού σώματος εντάθηκε οφθαλμοφανώς. Οι μειονότητες ψηφίζουν παραδοσιακά τους Δημοκρατικούς. Ωστόσο, η συσπείρωσή τους αυτή τη φορά στο πρόσωπο του Ομπάμα, υπερέβη κάθε προηγούμενο. Ο Ομπάμα εξασφάλισε το 95% των μαύρων ψηφοφόρων (έναντι 88% του Κέρυ το 2004, +7%), το 66% των ισπανόφωνων (εδώ σημειώθηκε και η μεγαλύτερη αύξηση από το 2004 (+13%, 53% προηγουμένως), και το 61% των Ασιατών (+5%, 56%). Ας σημειωθεί, ότι οι αφρο-αμερικανοί, οι ισπανόφωνοι, οι ασιάτες και οι υπόλοιπες εθνικές ομάδες, αποτελούν σήμερα το 1/3 (33%) του εκλογικού σώματος, ενώ οι λευκοί Αμερικανοί το 74% (77% το 2004).