Ο Δήμος Αθηναίων στη Μεταπολίτευση
Τάσεις του εκλογικού σώματος, κατά την περίοδο 1974-2012

Στις δέκατες δημοτικές εκλογές της Μεταπολίτευσης (2010), η νίκη του Γιώργου Καμίνη σηματοδότησε τη διακοπή της 24ετούς κυριαρχίας της Νέας Δημοκρατίας στο μεγαλύτερο Δήμο της χώρας. Κυριαρχίας, που είχε εδραιωθεί στον αθηναϊκό χώρο, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 και διατηρήθηκε ως αποτέλεσμα των αλλεπάλληλων ηττών των υποψηφίων του ΠΑΣΟΚ: Μπέης/1986, Μερκούρη/1990, Πάγκαλος/1994, Δαμανάκη/1998, Παπουτσής/2002, Σκανδαλίδης/2006.

Ιστορικές τάσεις του εκλογικού σώματος στο Δήμο Πειραιά, κατά την περίοδο 1974-2012
Βουλευτικές, Ευρωεκλογές, Δημοτικές

Στη Μεταπολίτευση 1974-2012, η εξέλιξη της επιρροής της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ στον Δήμο Πειραιά χαρακτηρίζεται από έντονες διακυμάνσεις, με αποτέλεσμα τα δύο κόμματα να μοιράζονται την κυριαρχία, κατά περιόδους (Διάγραμμα 1). Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο, ότι σε ολόκληρη την υπό εξέταση περίοδο, ο Δήμος Πειραιά ακολουθεί διαχρονικά την εθνική τάση, δηλαδή ο νικητής σε όλες τις βουλευτικές και ευρωεκλογικές αναμετρήσεις, σε πανελλαδικό επίπεδο, κέρδισε και το Δήμο Πειραιά.

Ιστορικές τάσεις του εκλογικού σώματος στο Δήμο Θεσσαλονίκης, κατά την περίοδο 1974-2012
Βουλευτικές, Ευρωεκλογές, Δημοτικές

Με αφορμή τις προσεχείς δημοτικές εκλογές, επιχειρείται η αξιολόγηση της επίδρασης που ασκούν τα πρόσωπα (οι υποψήφιοι αξιωματούχοι) στο εκλογικό αποτέλεσμα. Η επίδραση αυτή αρχίζει να αυξάνεται ήδη από τη δεκαετία του 1990. Ωστόσο, εξαιτίας της σημερινής κρίσης των κομμάτων και της αποδόμησης των κομματικών ταυτίσεων, η σημασία των προσώπων είναι προφανές ότι ενισχύεται.

Οι αθέατες όψεις του εκλογικού πολέμου
Εκλογές σε δύο στάδια: Το ελληνικό εκλογικό πείραμα

Η εκλογική στρατηγική των κυβερνώντων, για την επικείμενη αναμέτρηση του Μαΐου, είναι σύνθετη και εξελίσσεται, ταυτοχρόνως, σε πολλαπλά επίπεδα. Περιλαμβάνει περισσότερο και λιγότερο αντιληπτές πλευρές.

Η σημασία της νομαρχιακής ψήφου: Γιατί οι Νομαρχιακές εκλογές συγκλίνουν με τις Βουλευτικές

Ανάλυση του

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ

Με την εισαγωγή της Β’βάθμιας αυτοδιοίκησης (Ν.2218/1994), μια νέου τύπου εκλογική αναμέτρηση προστέθηκε στις ήδη υπάρχουσες Βουλευτικές, Δημοτικές/ Κοινοτικές και Ευρωεκλογές. Οι Νομαρχιακές εκλογές κατέλαβαν, εξ’ αρχής, μια αυτοτελή και ενδιάμεση θέση, αφενός μεταξύ των Δημοτικών-Κοινοτικών εκλογών και των ευρωεκλογών, και αφετέρου των Βουλευτικών εκλογών. Επομένως, η νομαρχιακή επιρροή των πολιτικών δυνάμεων δεν ταυτίζεται, ούτε πρέπει να αναχθεί ευθύγραμμα στην εθνική (βουλευτική). Συγκλίνει, εντούτοις, με τη δεύτερη, σε μεγάλο βαθμό, και για αυτό μπορεί κάλλιστα να συγκριθεί με αυτήν. Και κάτι τέτοιο μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμο στην πολιτική ανάλυση.

Οι Ευρωεκλογές της 13ης Ιουνίου 2004: Ο δεύτερος γύρος των Βουλευτικών εκλογών

Το άρθρο επικεντρώνει την προσοχή του στις Ευρωεκλογές του Ιουνίου 2004. Επισημαίνει το χαρακτήρα τους ως “εκλογών β’ τάξεως”, που διατηρούν ωστόσο την πολιτική και εκλογική τους σημασία στον κομματικό ανταγωνισμό. Οι Ευρωεκλογές του 2004 επιβεβαίωσαν την πολιτική – εκλογική κυριαρχία της ΝΔ, μετά τη νίκη της στις Βουλευτικές εκλογές του Μαρτίου 2004. Το ενισχυμένο κοινωνικό ρεύμα της αποχής λειτούργησε, επίσης, σταθεροποιητικά για την κυριαρχία αυτή, αφού συγκριτικά λειτούργησε υπέρ του κυβερνητικού κόμματος και επικαθόρισε τη μορφή της εκλογικής αναμέτρησης.

Ευρωεκλογές ’99: Τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της ψήφου. Κοινωνικός κατακερματισμός και μεταβολές στην κοινωνική υποστήριξη των κομμάτων Διακυβέρνησης

Στις πρόσφατες Ευρωεκλογές μπορεί κανείς να διακρίνει: α) Στοιχεία εθνικής αναμέτρησης, που επέβαλε η προεκλογική τακτική των πολιτικών κομμάτων, β) στοιχεία εκλογικής αναμέτρησης “β’ τάξεως”, χωρίς διακύβευμα και περιορισμένου ενδιαφέροντος για το εκλογικό σώμα, που είναι σύμφυτα με το συγκεκριμένο τύπο εκλογών και ιστορικά επιβεβαιωμένα αλλά και γ) στοιχεία επικαθορισμού από μια έκτακτη συγκυρία, εκείνη του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία. Αυτή η τριπλή συνάρθρωση προσέδωσε στην εκλογική αναμέτρηση έναν εξαιρετικά “ιδιότυπο” χαρακτήρα, που δεν επιτρέπει τη βεβαιότητα, σχετικά με το βαθμό εδραίωσης ή τη μονιμότητα των θεαματικών κοινωνικών μετακινήσεων που σημειώθηκαν.