Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Ινστιτούτο V-PRC
Εκδόσεις Παπαζήση
Αθήνα | 2000 | σελ. 152
Η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς και το Ινστιτούτο V-PRC συνεργάστηκαν το 1997 και το 1999 στη διενέργεια δύο μεγάλων πανελλαδικών ερευνών με αντικείμενο τις ιδεολογικές στάσεις, τις αντιλήψεις και τις αναζητήσεις της νέας γενιάς.
Τα θέματα που αφορούν στη νεολαία απασχόλησαν έντονα τους επιστήμονες και μελετητές στην Ευρώπη, ήδη από τη δεκαετία του ’60. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, η διερεύνηση των κοινωνικών και ιδεολογικών σχέσεων που συγκροτούν την κοινωνική αυτή κατηγορία άργησε πολύ να εγκαινιαστεί. Μόλις το 1987 το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, κατόπιν ανάθεσης της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, είχε διεξάγει μια πανελλαδική έρευνα με αντικείμενο τη διάθεση του ελεύθερου χρόνου των νέων και την ένταξη των τελευταίων στο σύστημα των πολιτισμικών σχέσεων που συγκροτεί την ελληνική νεολαία. Οι έρευνες του Ινστιτούτου V-PRC διερεύνησαν ένα διαφορετικό (αν και παράλληλο) αντικείμενο. Επικεντρώθηκαν στα ζητήματα ιδεολογίας και διερεύνησαν το αξιακό σύστημα που συγκροτεί τη σημερινή νεολαία. Διέγνωσαν, επίσης, τις επιμέρους ομάδες της (νεολαία του εκπαιδευτικού μηχανισμού, εργαζόμενη νεολαία, νεολαία των αγροτικών περιοχών κ.λπ), επιχειρώντας να προσεγγίσουν το ιδιαίτερο για κάθε ομάδα μηχανισμό ιδεολογικής συγκρότησης.
Η κοινωνική και ιδεολογική ταυτότητα της ελληνικής νεολαίας δεν είναι αυτονόητη. Τα στερεότυπα που την περιέβαλαν τις δεκαετίες μέχρι το ’90 και που την ήθελαν “μάχιμη πολιτικά” και με υψηλό δείκτη πολιτικής συμμετοχής στην πραγματικότητα περιέγραφαν καταστάσεις που αφορούσαν κυρίως στη σπουδάζουσα νεολαία. Οι κατηγορίες των εργαζόμενων νέων, των νέων της περιφέρειας και κυρίως των νέων των αγροτικών περιοχών, οι άνεργοι κ.λπ., λίγο-πολύ έμεναν έξω από τις στερεοτυπικές κατασκευές και στην πραγματικότητα δεν καθόριζαν αυτές την έννοια της “νεολαίας”. Στη δεκαετία του ’90 οι εσωτερικές διαστρωματώσεις της κατηγορίας “νεολαία” διευρύνθηκαν, κυρίως για το λόγο ότι και η νεολαία των εκπαιδευτικών μηχανισμών έπαψε ουσιαστικά να αποτελεί μία ενιαία “ομάδα”, ενώ βάθυναν οι εσωτερικές αντιθέσεις που αντανακλούσαν στο διαφορετικό προσανατολισμό τους και συνακόλουθα στο διαφορετικό τρόπο ένταξης στην ενεργό οικονομική δραστηριότητα.
Οι Ερευνες του 1997 και του 1999 επιχείρησαν να διερευνήσουν ολοκληρωμένα την κοινωνική και ιδεολογική ταυτότητα της μεγάλης αυτής κοινωνικής κατηγορίας, αλλά και να προσεγγίσουν πλευρές της πολιτικής της κοινωνικοποίησης.
Την επιστημονική ευθύνη των ερευνών είχαν οι Χριστόφορος Βερναρδάκης, Δρ. Πολιτικών Επιστημών, Πρόεδρος του Ινστιτούτου V-PRC, Γιάννης Μαυρής, Δρ. Πολιτικών Επιστημών, Διευθύνων Σύμβουλος του Ινστιτούτου V-PRC και Χαράλαμπος Ανθόπουλος, Δρ. Συνταγματικού Δικαίου, Ειδικός Επιστήμων της ΓΓΝΓ. Στην πρώτη έρευνα (1997) συνέδραμε ο Χρήστος Αλεξόπουλος, Διευθυντής Οργάνωσης, Προγραμματισμού και Μελετών της ΓΓΝΓ και ο Γ. Μακρής, στατιστικολόγος της ΓΓΝΓ, και στη δεύτερη (1999) η Λιλή Μπερδέση, Διευθύντρια Αναπτυξιακών Πρωτοβουλιών – Απασχόλησης της ΓΓΝΓ. Το τελικό κείμενο της παρουσίασης των δύο ερευνών συντάχθηκε από τον Κώστα Στρατικόπουλο, Φιλόλογο – Κοινωνιολόγο, Επιστημονικό Συνεργάτη του Ινστιτούτου V-PRC.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
1. Πληθυσμός και περιοχή των δύο ερευνών
Γεωγραφικά οι δύο έρευνες κάλυψαν το σύνολο της χώρας, η πρώτη μάλιστα (1997) συμπεριέλαβε και τα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου. Σε κάθε έρευνα το μέγεθος του δείγματος ανήλθε σε 1.600 άτομα, ηλικίας 15-29 ετών.
2. Δειγματοληπτικό σχέδιο
Για τη διεξαγωγή των ερευνών ακολουθήθηκε η μέθοδος της πολυσταδιακής στρωματοποιημένης δειγματοληψίας. Τα στρώματα των ερευνών ήταν οι δεκατέσσερις γεωγραφικές περιοχές της χώρας, καθώς και τα τρία επίπεδα αστικότητας (αστικές, ημιαστικές και αγροτικές περιοχές).
Στο πρώτο στάδιο καθορίστηκε το μέγεθος του δείγματος σε κάθε στρώμα αστικότητας της γεωγραφικής περιφέρειας (π.χ. Αστικά Κεντρικής Μακεδονίας) εκτός των Πολεοδομικών Συγκροτημάτων Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Κατόπιν επιλέχθηκαν οι νομοί της έρευνας με πιθανότητα ανάλογη του μεγέθους του πληθυσμού τους εντός της γεωγραφικής περιφέρειας – proportional to size sampling. Τέλος, από κάθε κατηγορία αστικότητας εντός του επιλεγέντος νομού επιλέχθηκε δείγμα οικοδομικών τετραγώνων, μεγέθους ανάλογου του πληθυσμού του νομού και με πιθανότητα επιλογής κάθε τετραγώνου ανάλογη του μεγέθους του οικοδομικού τετραγώνου, βάσει του αρχείου απογραφής της ΕΣΥΕ 1991.
Στο δεύτερο στάδιο, με συστηματική δειγματοληψία (systematic sampling) επιλέχθηκαν από κάθε σημείο εκκίνησης τα νοικοκυριά της έρευνας. Τέλος, με απλή τυχαία δειγματοληψία (simple random sampling) επελέγη ένας/μία ερωτώμενος/η σε κάθε νοικοκυριό.
3. Συλλογή των στοιχείων
Η διεξαγωγή της πρώτης επιτόπιας έρευνας πραγματοποιήθηκε στο χρονικό διάστημα από 6 Οκτωβρίου έως 11 Νοεμβρίου 1997. Η δεύτερη επιτόπια έρευνα πραγματοποιήθηκε στο διάστημα από 21 Οκτωβρίου έως 12 Νοεμβρίου 1999.
Οι προσωπικές συνεντεύξεις με χρήση δομημένου ερωτηματολογίου πραγματοποιήθηκαν το 1997 από 67 ερευνητές σε όλη την Ελλάδα και υπό την επιστημονική παρακολούθηση 9 εποπτών. Το 1999 οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν από 89 ερευνητές, υπό την παρακολούθηση 20 εποπτών.
4. Ερωτηματολόγιο
Για τη λήψη των συνεντεύξεων χρησιμοποιήθηκε ενιαίο για όλη τη χώρα ερωτηματολόγιο 220 ερωτήσεων κλειστών και ανοικτών. Οι ανοικτές ερωτήσεις κωδικοποιήθηκαν εκ των υστέρων, κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των δεδομένων.