Από το 1983 αρθρογραφώ συστηματικά στον ημερήσιο, εβδομαδιαίο και περιοδικό Τύπο, σε θέματα πολιτικής ανάλυσης και πολιτικών κομμάτων, ανάλυσης εκλογικών αποτελεσμάτων και εκλογικής συμπεριφοράς, ερευνών Κοινής Γνώμης και δημοσκοπήσεων, έχοντας δημοσιεύσει συνολικά περισσότερες από 550 πολιτικές και εκλογικές αναλύσεις. Ως εκλογικός αναλυτής έχω καλύψει όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις της περιόδου στην Ελλάδα (Βουλευτικές, Ευρωεκλογές, Δημοτικές Νομαρχιακές), στην Κύπρο, στις περισσότερες Βαλκανικές χώρες (Βουλγαρία, Σερβία, Αλβανία, Fyrom) και αρκετές Ευρωπαϊκές.
Άρθρα μου έχουν δημοσιευθεί στις σημαντικότερες ελληνικές και κυπριακές εφημερίδες: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ΤΑ ΝΕΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, ΤΟ ΒΗΜΑ, ΕΘΝΟΣ. ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ, ΚΕΡΔΟΣ, ΕΠΟΧΗ, ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ, ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ (Κύπρου), ΣΗΜΕΡΙΝΗ (Κύπρου), καθώς και στα περιοδικά: Σχολιαστής, Flash, Αντί, Προοπτική, Κριτική, Οικονομικός Ταχυδρόμος, «Κ», Κράμα, κ.α. Αρκετά από τα αναφερόμενα άρθρα, μεταφράζονται συχνά, αναπαράγονται ,ή αναφέρονται και στο διεθνή Τύπο.
Ακολουθεί χρονολογικός κατάλογος των σημαντικότερων δημοσιευμένων αναλύσεων.
Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Το νέο κύμα του πανελλαδικού τηλεφωνικού Βαρόμετρου της VPRC (πραγματοποιήθηκε στο χρονικό διάστημα 1-2 Νοεμβρίου) αποτυπώνει το πολιτικό κλίμα, όπως έχει διαμορφωθεί μετά την ολοκλήρωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Αν και έχουν περάσει ήδη οκτώ μήνες από τις εθνικές εκλογές, πρόκειται, ουσιαστικά, για την αφετηρία του νέου πολιτικού κύκλου της διακυβέρνησης.
Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Οι Ευρωεκλογές της 13ης Ιουνίου εκπέμπουν ένα διπλό και αντιφατικό μήνυμα. Από τη μια πλευρά, το αποτέλεσμά τους συνιστά αναπαραγωγή του πολιτικού συσχετισμού που προέκυψε από την βουλευτική αναμέτρηση του περασμένου Μαρτίου. Ουσιαστικά επικυρώνει, αλλά και ενισχύει περαιτέρω -στο κρίσιμο πεδίο των εντυπώσεων- την πολιτική αλλαγή που συντελέσθηκε. Κατ’ επέκταση, λειτουργεί σταθεροποιητικά για τη νέα περίοδο στην οποία εισήλθε η πολιτική σκηνή της χώρας, μετά τις Βουλευτικές εκλογές. Από την άλλη πλευρά, όμως, το φαινόμενο της αποχής που καταγράφηκε, λειτουργεί μάλλον αποσταθεροποιητικά για την ιστορικά γνώριμη μορφή της εγχώριας εκλογικής συμπεριφοράς.
Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Το αποτέλεσμα των προχθεσινών Ευρωεκλογών συνιστά αναπαραγωγή του εκλογικού συσχετισμού που προέκυψε από την Βουλευτική αναμέτρηση του περασμένου Μαρτίου. Ουσιαστικά επικυρώνει, αλλά και ενισχύει περαιτέρω -στο κρίσιμο πεδίο των εντυπώσεων- την πολιτική αλλαγή που συντελέσθηκε.
Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Το μειωμένο ενδιαφέρον για τις δημοσκοπήσεις που επέδειξαν τα ΜΜΕ αυτήν την φορά, σε πλήρη αντίθεση με ό,τι συνέβη στις περασμένες Βουλευτικές εκλογές δεν οφείλεται μόνον στο πραγματικό γεγονός της περιορισμένης σημασίας των επερχόμενων Ευρωεκλογών. Η ακραία χειραγωγική χρήση των δημοσκοπήσεων που επιχειρήθηκε και κυρίως (και ευτυχώς) η παταγώδης αποτυχία της, αποτέλεσε «τραυματική εμπειρία» για την πλειοψηφία των Μέσων και των δημοσιογράφων. Ίσως, η προσεκτικότερη και λιγότερο προπαγανδιστική αντιμετώπιση των ερευνών, εφεξής, να συνιστά μια άκρως ευεργετική επίπτωση του «παθήματος».
Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Στο τελευταίο -πριν την απαγόρευση δημοσίευσης αποτελεσμάτων δημοσκοπήσεων- κύμα του Βαρόμετρου της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ και του ΣΚΑΪ, καταγράφεται η σταθεροποίηση των βασικών παραμέτρων του πολιτικού κλίματος, καθώς και των τάσεων του εκλογικού σώματος.
Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Η πρόθεση ψήφου που καταγράφει σήμερα το προτελευταίο κύμα του Βαρόμετρου της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ και του ΣΚΑΪ , δίδεται στο διάγραμμα 1. Εαν το ποσοστό του δικομματισμού που εμφανίζεται στις τρέχουσες δημοσκοπήσεις επαληθευτεί και στην κάλπη της 13ης Ιουνίου, τότε θα πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί ποτέ σε Ευρωεκλογική αναμέτρηση από το 1981. Γεγονός που σημαίνει με τη σειρά του, ότι οι Ευρωεκλογές του 2004, δεν θα προσομοιάζουν τόσο με τις Ευρωεκλογές της δεκαετίας του ’90 (1994, 1999), όσο με εκείνες της δεκαετίας του ’80 (1984, 1989).
Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Εκτός απροόπτου, για άλλη μια φορά, αλλά για πρώτη φορά σε αυτήν την έκταση, κριτήριο ψήφου των πολιτών στις Ευρωεκλογές θα αποτελέσουν οι γνώμες για την εσωτερική πολιτική κατάσταση και όχι για τα ζητήματα της Ευρώπης. Σε σύγκριση με τις προηγούμενες πέντε (1981, 1984, 1989, 1994, 1999), η νέα ευρωεκλογική αναμέτρηση ενδέχεται να αποδειχθεί περισσότερο από οποιαδήποτε προηγούμενη η ολιγότερο διακριτή (ως προς το διακύβευμά της και τον εκλογικό της χαρακτήρα) από μια αντίστοιχη Βουλευτική.
Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Πέντε εβδομάδες πριν από τις Ευρωεκλογές και σε σύγκριση με την προεκλογική περίοδο των πρόσφατων Βουλευτικών της 7ης Μαρτίου, η διαφορά του πολιτικού κλίματος που αποτυπώνεται στη νέα μέτρηση του ΒΑΡΟΜΕΤΡΟΥ της VPRC είναι εντυπωσιακή.
Ανάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Σύμφωνα με ευρήματα του πρώτου κύματος του πολιτικού Βαρόμετρου για τις Ευρωεκλογές, που πραγματοποίησε η εταιρεία VPRC για λογαριασμό της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ και του ΣΚΑΪ, η περίοδος χάριτος για το κυβερνών κόμμα, που εγκαινιάσθηκε την επαύριο των εκλογών της 7ης Μαρτίου, δείχνει να διατηρείται. Το δημοψήφισμα στην Κύπρο και οι αντιπαραθέσεις που πυροδοτήθηκαν, φαίνεται να έχουν ευνοήσει περισσότερο την εικόνα της κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού Κ.Καραμανλή και αντιθέτως, να έχουν αποδυναμώσει ως ένα βαθμό την εικόνα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του αρχηγού της.
Aνάλυση του
ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ
Το ακραία αρνητικό κοινωνικό κλίμα (της τάξης του 75%-80%) και η ανασφάλεια, που εκδηλώνεται αυθόρμητα στις στάσεις της ελληνοκυπριακής Κοινής Γνώμης, απέναντι στο σχέδιο ΑΝΑΝ, διαμορφώθηκε και αποκρυσταλλώθηκε πρώιμα, χωρίς ουσιαστικές μεταβολές κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα. Δεν επηρεάσθηκε ιδιαίτερα, ούτε από τις εκκλήσεις και εξωτερικές πιέσεις του διεθνούς «παράγοντα», αλλά ούτε και κατέστη εφικτό να ελεγχθεί από τις κομματικές ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων (ΔΗΣΥ, ΑΚΕΛ). Επιπλέον, η επισήμανση των πιθανών κινδύνων από την ενδεχόμενη απόρριψη του σχεδίου, δεν φαίνεται να συνάντησαν ιδιαίτερη κοινωνική απήχηση, ούτε να αποδιάρθωσαν τη συνοχή του «απορριπτικού» στρατοπέδου. Τα 2/3 των ψηφοφόρων του ΑΚΕΛ, απέρριψαν την επίσημη γραμμή της ηγεσίας, αναγκάζοντάς την, τελικώς, να προσχωρήσει στο μέτωπο του «ΟΧΙ», μπροστά στον κίνδυνο διάρρηξης της ενότητας του κόμματος. Σοβαρότερο πρόβλημα, όμως, αντιμετωπίζει ο ΔΗΣΥ, του οποίου 6 στους 10 ψηφοφόρους (το 57%) εξακολουθούν να συντάσσονται με το «ΟΧΙ», σε ρήξη με την επίσημη γραμμή. Το γεγονός αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να αποτελείται ο πόλος του «ΝΑΙ» κυρίως από ψηφοφόρους του ΔΗΣΥ