Ο συγγραφέας του παρόντος βιβλίου, Peter Mair (1951-2011), συγκαταλέγεται στους κορυφαίους ευρωπαίους επιστήμονες της σύγχρονης συγκριτικής πολιτικής επιστήμης. Η ευρύτατα αναγνωρισμένη συνεισφορά του εκτείνεται στη θεωρητική και εμπειρική μελέτη των πολιτικών κομμάτων, των κομματικών συστημάτων, της σύγχρονης πολιτικής τάξης, της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, αλλά και της πολιτικής λειτουργίας υπερεθνικών οργανισμών της εποχής μας, κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι θεωρητικές παρεμβάσεις του είχαν πάντοτε αφετηρία και κατάληξη τον πραγματικό κόσμο της πολιτικής και της χάραξης πολιτικής.
Το επιστημονικό έργο του Mair είναι ιδιαίτερα εκτεταμένο. Αντικατοπτρίζει δε, ένα ιδιαίτερο στυλ και μια παράδοση της ακαδημαϊκής διδασκαλίας, η οποία, -και σε αυτό συμφωνούν αρκετοί- απουσιάζει σήμερα όλο και περισσότερο από τη πολιτική επιστήμη. Περιλαμβάνει 6 αυτοτελείς μονογραφίες, επιμέλεια 17 τόμων, 142 συμμετοχές σε συλλογικούς τόμους, δημοσιεύσεις σε ακαδημαϊκά περιοδικά και ανακοινώσεις σε επιστημονικά συνέδρια, που καλύπτουν μια 35ετία, από το 1974 έως το 2012. Βιβλία, όπως το The West European Party System (1990) και το Party System Change (1997), καθώς και (σε συνεργασία με τον Richard Katz) το Party Organizations. A Data Handbook (1992) και How Parties Organize (1994), θεωρούνται σήμερα κλασσικά και βιβλία αναφοράς. Για τούτο και είναι λυπηρό το γεγονός, ότι παραμένει αμετάφραστο στα ελληνικά.
Το Κυβερνώντας το Κενό, αποτελεί την τελευταία πλην όμως ανολοκλήρωτη μονογραφία του και εκδόθηκε το 2013, δύο χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό του. Παρότι ημιτελές, και γραμμένο κατά τα τέλη της δεκαετία του 2000, αποδεικνύεται ιδιαίτερα προφητικό και η ανάλυσή του παραμένει απολύτως έγκυρη. Οι τάσεις που περιγράφει εξακολουθούν να υφίστανται. Εκτός από το παρόν βιβλίο, στις μεταθανάτιες εκδόσεις έργων του περιλαμβάνονται ακόμη δύο σημαντικές:
- Το 2014 κυκλοφόρησε από το European Consortium for Political Research (ECPR), με επιμέλεια και εισαγωγή της Ingrid van Biezen, ο τόμος On Parties, Party Systems and Democracy. Selected writings of Peter Mair (Biezen 2014b). Ο εν λόγω τόμος αποτελεί συλλογή 24 από τις πλέον σημαντικές δημοσιεύσεις του, ενώ περιλαμβάνει και έναν πλήρη βιβλιογραφικό οδηγό του έργου του.[1]
- Το 2018 κυκλοφόρησε το βιβλίο, που ετοίμαζε με τον Richard Katz, Democracy and the Cartelization of Political Parties (Katz and Mair 2018), το οποίο είχε ήδη αναγγελθεί στον πρόλογο του επιμελητή της αγγλικής έκδοσης του παρόντα τόμου, Francis Mulhern.
Α. Η προσφορά του Mair στη θεωρητική και εμπειρική μελέτη της οργάνωσης των πολιτικών κομμάτων είναι ανεκτίμητη.[2] Το μεγαλύτερο μέρος της επιστημονικής παραγωγής του αφορά τόσο τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, όσο και τα κομματικά συστήματα· δύο βασικές έννοιες, τις οποίες διακρίνει πάντοτε με αναλυτική οξυδέρκεια (Biezen 2014b, 5). Mπορεί να ειπωθεί xωρίς υπερβολή, ότι η γνώση και κατανόηση της οργάνωσης των κομμάτων, που διαθέτουμε σήμερα, οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στο πρωτοποριακό έργο του, μεγάλο μέρος του οποίου ήταν το προϊόν μιας μακροχρόνιας και στενής συνεργασίας με τον Katz. Από αυτήν τη συνεργασία παρήχθη ένα πολύτιμο σύνολο εμπειρικών δεδομένων, που κάλυψε ένα μεγάλο κενό για το τι συμβαίνει στο εσωτερικό των κομμάτων (Katz and Mair 1992, 1994), αλλά και ένα εννοιολογικό πλαίσιο για την ανάλυση της οργάνωσης των κομμάτων, με το διαχωρισμό των κομμάτων στις βασικές συνιστώσες τους. Η αναγνώριση των τριών διαστάσεων που συνυπάρχουν στην οργάνωση των πολιτικών κομμάτων (party on the ground, the party central office, the party in public office), αποτελεί μια διάκριση-κλειδί, που όχι μόνον καθιστά εφικτή και προσδίδει πραγματικό νόημα στην εμπειρική μέτρηση και σύγκριση των κομμάτων αλλά, ταυτόχρονα, αποδίδει έμφαση στο γεγονός ότι και οι ίδιοι οι κομματικοί οργανισμοί λειτουργούν ως πολιτικά συστήματα, στα οποία οι τρεις διαστάσεις του κόμματος συνυπάρχουν και η πολιτική λαμβάνει χώρα στην αλληλεπίδραση που υφίσταται μεταξύ τους (Biezen 2014b, 5). Η ανάλυση αυτή χρησιμεύει επίσης στην κατανόηση των οργανωτικών μετασχηματισμών, που χαρακτηρίζουν τα σημερινά κόμματα και τη σχέση τους με το κράτος.
Τα σύγχρονα κόμματα εξουσίας, ακολουθούν τις τελευταίες τρεις δεκαετίες μια κίνηση που τα απομακρύνει από την κοινωνία και τα φέρνει πιο κοντά στο κράτος. Ενώ οι δεσμοί τους με την κοινωνία έχουν αποδυναμωθεί, οι δεσμοί τους με το κράτος έχουν ενισχυθεί, στο βαθμό που τα κόμματα δεν λειτουργούν πλέον ως αντιπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών. Αντιθέτως, έχουν απορροφηθεί από το κράτος και ενεργούν ως (ημι)κρατικοί οργανισμοί. Αυτή η απεμπόληση της αντιπροσωπευτικής λειτουργίας τους και η κρατικοποίησή τους, έχει περιγραφεί θεωρητικά με την έννοια του κόμματος-καρτέλ, που εισήγαγε, αρχικά το 1995, ο Mair με τον Katz (Katz & Mair 1995, 1996, 2009). H έννοια είναι κομβική για την κατανόηση της κυρίαρχης μορφής των σύγχρονων πολιτικών κομμάτων και η επεξεργασία της εξελίχθηκε στη συνέχεια, τόσο από τους ίδιους, όσο και από άλλους πολιτικούς επιστήμονες και συνεργάτες του, όπως η Ingrid Van Βiezen, o Mark Blyth, ο Petr Kopecký, ο Thomas Poguntke κ.ά.[3] Σχετικά με αυτό το θέμα, το τελευταίο βιβλίο των Katz και Mair (2018) αποτελεί και το επιστέγασμα της κοινής επιστημονικής τους διαδρομής. Οργανωτικά, τα κόμματα-καρτέλ χαρακτηρίζονται από την πολύμορφη αλληλοδιείσδυση κόμματος/κράτους ενώ στο επίπεδο του κομματικού συστήματος, το επαναλαμβανόμενο μοτίβο (pattern) που παρατηρείται, παραπέμπει μάλλον σε συμπαιγνία των κομμάτων, παρά σε ανταγωνισμό μεταξύ τους. Η διαπιστωμένη άμβλυνση των ιστορικών ιδεολογικών διαφορών των κομμάτων οδηγεί στη «σύγκλισή» τους. Στην εποχή του κόμματος-καρτέλ, τα κυριότερα κόμματα συνεργάζονται και χρησιμοποιούν τους πόρους του κράτους, για να εξασφαλίσουν τη συλλογική επιβίωσή τους. Στην πραγματικότητα, οι κομματικοί οργανισμοί είναι τόσο ισχυροί όσο ποτέ άλλοτε, και σε γενικές γραμμές έχουν πρόσβαση σε πολύ μεγαλύτερους πόρους.
Αυτή η γενική τάση, σε συνάρθρωση με το φαινόμενο της διαπλοκής, χαρακτήρισε και την πορεία εδραίωσης του ελληνικού μεταπολιτευτικού κομματικού συστήματος, κατά τις δύο δεκαετίες που προηγήθηκαν της οικονομικής χρεωκοπίας της χώρας. Μετά τη χρεωκοπία και την επιβολή των πολιτικών λιτότητας, η σύγκλιση των κομμάτων επιταχύνθηκε, ιδίως μετά τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Παράλληλα, όμως, τόσο η δραστική περικοπή της κρατικής χρηματοδότησης των κομμάτων, σε συνδυασμό με την απελευθέρωση της αντίστοιχης ιδιωτικής (των χορηγιών), όσο και ο διακηρυγμένος στόχος του 3ου Μνημονίου, για περιορισμό της επιρροής των κομμάτων στο κράτος, λειτουργούν και σε άλλη κατεύθυνση: εκείνη της «ιδιωτικοποίησης» των κομμάτων, δηλαδή της υπαγωγής τους στους θεσμούς της οικονομίας.
Β. Αφετηρία διερεύνησης του βιβλίου αποτελεί η ανικανότητα των πολιτικών κομμάτων να εκπροσωπούν πλέον την κοινωνία και οι επιπτώσεις που επιφέρει αυτή στη μορφή των κυβερνήσεων και της πολιτικής αντιπροσώπευσης στη σύγχρονη ευρωπαϊκή δημοκρατία. Η βαθύτερη ανησυχία του συγγραφέα είναι ότι στη σύγχρονη εποχή «ο λαός –ο απλός πολίτης– καθίσταται ουσιαστικά μη κυρίαρχος.» Αυτό που αναδύεται είναι μια έννοια δημοκρατίας «από την οποία σταθερά αφαιρείται το λαϊκό στοιχείο – απομακρύνεται, δηλαδή, από τον δήμο.» Πρόκειται για τη γενεσιουργό αιτία της αδιαφορίας προς την πολιτική και τους πολιτικούς. Κατά τον Mair, η πολιτική αδιαφορία αναδεικνύεται πλέον σε σημαντικότερο πρόβλημα, σε σχέση με την παραδοσιακή έλλειψη εμπιστοσύνης προς τα δυτικά πολιτικά συστήματα, που παρατηρείται από τη δεκαετία του ΄90.
Το πρώτο μέρος του βιβλίου επικεντρώνεται στη διαχρονική κρίση της κομματικής δημοκρατίας. Οι γενικές μακροχρόνιες τάσεις της εξέλιξης των κομμάτων, που περιέγραψε εδώ και μια δεκαετία, συνεχίζουν να επαληθεύονται. Η γενικότερη κρίση και παρακμή των κομμάτων εξουσίας, ως θεσμού της αντιπροσώπευσης και η ολοένα αυξανόμενη μετατροπή τους σε αμιγώς κρατικούς μηχανισμούς, όπως και θεσμικός παραγκωνισμός και η περιθωριοποίηση του αντιπροσωπευτικού ρόλου τους, που συντελείται τις 2-3 τελευταίες δεκαετίες συνεχίζεται. Σε όλες τις εδραιωμένες δημοκρατίες της Δυτικής Ευρώπης, η συμμετοχή στις εκλογές φθίνει διαχρονικά, η ένταξη των πολιτών στα πολιτικά κόμματα μειώνεται, και το κοινωνικό ενδιαφέρον για την πολιτική συρρικνώνεται. Ο Mair αποδεικνύει ότι πρόκειται για μια πανευρωπαϊκή τάση. Το βιβλίο του αξιολογεί τον αντίκτυπο αυτών των αλλαγών, οι οποίες συγκλίνουν και αποδεικνύουν συνδυαστικά ότι, μετά από έναν αιώνα μαζικής δημοκρατίας, οι εκλογείς εγκαταλείπουν την πολιτική.
Όπως μπορεί να κρίνει εύκολα ο αναγνώστης, τα συμπεράσματα του βιβλίου ισχύουν στο ακέραιο και για τη σημερινή Ελλάδα. Οι τάσεις που περιγράφονται είναι ορατές δια γυμνού οφθαλμού. Μπορεί δε να ειπωθεί ότι, σε σχέση με την περίοδο που κυκλοφόρησε το βιβλίο, ισχύουν σήμερα σε μεγαλύτερο βαθμό. Η ελληνική περίπτωση δεν αποτελεί πλέον ευρωπαϊκή εξαίρεση. Αντιθέτως, αποδεικνύεται την τελευταία δεκαετία προχωρημένο παράδειγμα αυτών των μετασχηματισμών και μάλιστα σε συμπυκνωμένο χρόνο. Βεβαίως, η κρίση των μεταπολιτευτικών κομμάτων εξουσίας προϋπήρξε της οικονομικής κρίσης, επιδεινώθηκε όμως δραματικά μετά από αυτήν. Κατά τη διάρκειά της, η ίδια η θέση της πολιτικής και της αντιπροσώπευσης έχει πληγεί καθοριστικά.[4]
Τα περισσότερα εθνικά κομματικά συστήματα στην Ευρώπη δοκιμάστηκαν από την οικονομική κρίση του 2008 και την εφαρμογή των πολιτικών της λιτότητας της τελευταίας δεκαετίας. Σε ελάχιστες περιπτώσεις, όμως, οι πολιτικές επιπτώσεις της υπήρξαν τόσο ακραίες, όσο στην Ελλάδα. Το ελληνικό κομματικό σύστημα πλήγηκε καίρια και υπέστη ριζικό μετασχηματισμό. Ο μετασχηματισμός αυτός δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, παρά τη μερική επαναστοίχιση (re-alignment), που συντελέσθηκε με τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου 2019.
Τα διαθέσιμα εμπειρικά δεδομένα για την απομάκρυνση της ελληνικής κοινωνίας από τα πολιτικά κόμματα και την πολιτική, που εκδηλώνεται σε πολλά επίπεδα, όπως η μείωση της συμμετοχής στις εκλογές, η αύξηση της εκλογικής μεταβλητότητας, η μείωση του αριθμού των οργανωμένων κομματικών μελών και η άμβλυνση των κομματικών ταυτίσεων, επιβεβαιώνουν την ανάλυση του Mair. Μεταπολιτευτικά στην Ελλάδα, το μέγιστο της κοινωνικής συμμετοχής σε βουλευτικές εκλογές σημειώθηκε το 2004, όταν ψήφισαν 7.575.000 πολίτες. Μια 5ετία αργότερα, στις εκλογές του 2009 που συνέπεσαν με τις απαρχές της κρίσης, το εκλογικό σώμα είχε ήδη συρρικνωθεί σε 7.044.000 ψηφίσαντες. Στις τελευταίες εκλογές του 2019, «μετά το μνημόνιο», το ενεργό εκλογικό σώμα έχει περιορισθεί σε μόλις 5.769.500 ψηφίσαντες. Σημειώθηκε δηλαδή μια δραματική απομείωσή των εκλογέων κατά 18%, μέσα στην δεκαετία, και συνολικά κατά 24% στην τελευταία 15ετία (1 στους 4). Αντίστοιχα φθίνουσα πορεία ακολούθησε και η ένταξη στα ελληνικά πολιτικά κόμματα.[5] Σήμερα, μετά τη δεκαετία του Μνημονίου, εκτιμάται ότι ο αριθμός των οργανωμένων κομματικών μελών στην Ελλάδα, δεν υπερβαίνει αθροιστικά τις 400.000 άτομα και βρίσκεται κάτω από το 5% του γενικού πληθυσμού που διατηρεί το εκλογικό δικαίωμα.[6]
Στο δεύτερο τμήμα του βιβλίου το ενδιαφέρον του συγγραφέα στρέφεται στον ρόλο που διαδραματίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση στην υπονόμευση και την παράκαμψη της δημοκρατίας στα κράτη-μέλη. Αρχίζει με ένα ιστορικό παράδοξο. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1990 ήταν θεωρητικά η καλύτερη στιγμή για τη δυτική δημοκρατία. Ήταν όμως και η στιγμή που άρχισε να αποτυγχάνει. Ταυτόχρονα, ο συγγραφέας εξετάζει μια εξίσου ανησυχητική διεργασία που εξελίσσεται παράλληλα και αφορά τον μετασχηματισμό και της πολιτικής τάξης. Οι πολιτικές ελίτ της Ευρώπης αναδιαμορφώνονται ως μια ομοιογενής επαγγελματική τάξη, και «αποσύρονται» στους κρατικούς θεσμούς, που προσφέρουν σχετική σταθερότητα σε έναν κόσμο ασταθών ψηφοφόρων. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι οι ελίτ έχουν μετατρέψει την Ευρώπη, σε «προστατευμένη σφαίρα» για αυτές, «διασφαλισμένη από τις απαιτήσεις των ψηφοφόρων και των εκπροσώπων τους». Το ευρωπαϊκό διευθυντήριο έχει αποσπάσει τη διαδικασία λήψης των αποφάσεων μακριά από τα εθνικά κοινοβούλια. Σχεδόν όλες οι πολιτικές αποφάσεις για τις πολιτικές που έχουν σημασία, από την οικονομία μέχρι τη μετανάστευση, λαμβάνονται αλλού. Κατά τη συλλογιστική του, πολλοί πολιτικοί ενθάρρυναν αυτήν την τάση επειδή ήθελαν να αποποιηθούν την ευθύνη για δυνητικά μη δημοφιλείς πολιτικές αποφάσεις και έτσι να προστατευτούν από την πιθανή δυσαρέσκεια των ψηφοφόρων. Αυτό σημαίνει, όμως, ότι οι αποφάσεις που επηρεάζουν τη ζωή των ψηφοφόρων λαμβάνονται πλέον από ανώνυμους, άσχετους περί τα κοινά γραφειοκράτες και όχι από πολιτικούς, υπεύθυνους να λογοδοτήσουν, έναντι των ψηφοφόρων τους.
Στο τελευταίο στάδιο της επιστημονικής του ωριμότητας και της ζωής του, η σκέψη του Mair χαρακτηρίζεται, σε ολοένα και αυξανόμενο βαθμό, από απαισιοδοξία αναφορικά με το μέλλον της κομματικής δημοκρατίας, όπως την γνωρίσαμε στη μεταπολεμική περίοδο (Biezen 2014a, 2014b). Η θέση του διατυπώνεται συμπυκνωμένα, στην εισαγωγή του παρόντος βιβλίου, και είναι απολύτως καθαρή: «η εποχή της κομματικής δημοκρατίας έχει παρέλθει. Παρότι τα ίδια τα πολιτικά κόμματα εξακολουθούν να παραμένουν, έχουν αποσυνδεθεί σε τέτοιο βαθμό από την ευρύτερη κοινωνία και επιδίδονται σε μια τόσο ανούσια μορφή ανταγωνισμού που στερείται σημασίας, ώστε δεν είναι πλέον σε θέση να συντηρήσουν τη δημοκρατία στην παρούσα μορφή της.» Θεωρεί, ουσιαστικά, ότι αν τα κόμματα, εκτός από το να κυβερνούν δεν συνεχίζουν ταυτόχρονα να εκπροσωπούν την κοινωνία, θα αντιμετωπίζουν όλο και μεγαλύτερη δυσκολία να νομιμοποιήσουν τη διακυβέρνησή τους. Κατά την άποψή του, οι συνθήκες για την κομματική διακυβέρνηση, που κάποτε διευκόλυναν την αποτελεσματική σύνθεση των λειτουργιών της εκπροσώπησης και του ελέγχου της εκτελεστικής εξουσίας, δεν υφίστανται πλέον στις σύγχρονες δημοκρατίες. Απογοητευμένος με την τρέχουσα κατάσταση της «κομματοκρατίας», έφθασε στο σημείο να ταχθεί κατά της υιοθέτησης και μεταφοράς του παραδοσιακού μοντέλου της κομματικής διακυβέρνησης, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ως μια πιθανή λύση στο πρόβλημα του δημοκρατικού ελλείμματος που έχει υπονομεύσει την Ευρωπαϊκή Ένωση (Mair and Thomassen 2010, Biezen 2014b).
Εν κατακλείδι, στο μέτρο η κρίση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας δεν δείχνει κανένα σημάδι υποχώρησης, η ανάλυση και η κριτική του Mair διατηρεί ακέραια τη σημασία της.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Βλέπε σχετικά: “Bibliography of the Writings of Peter Mair” (Biezen 2014b, 597-611).
[2] Για μια συνολικότερη αποτίμηση του έργου του, βλέπε την εισαγωγή της Ingrid van Biezen, η οποία υπήρξε φοιτήτρια και στενή συνεργάτης του Mair, στον προαναφερθέντα τόμο (Biezen 2014b, 1-17). Επίσης, Biezen 2014a· Για το διανοητικό πορτρέτο του Mair, Βλέπε: Bartolini and Daalder (2014, 25-44).
[3] Για τη θεωρητική συζήτηση σχετικά με την έννοια του κόμματος-καρτέλ, βλέπε: Βiezen 2004, 2014· Βiezen and Kopecký 2007· Biezen, Mair & Poguntke 2012· Blyth-Katz 2005· Katz 2009· Katz and Mair 1995, 2002, 2009, 2018· Kopecký 1995· Mair 1994, 2009, 2013, καθώς και το κεφάλαιο 3 του παρόντος.
[4] Στον πίνακα 4, του πρώτου κεφαλαίου του παρόντος βιβλίου, καταγράφεται η γενική πτωτική τάση στον αριθμός κομματικών μελών στην περίοδο 1980-2009. Σε αυτόν τον πίνακα, η Ελλάδα και η Ισπανία αποτελούν την εξαίρεση και εμφανίζουν, αντιθέτως, σημαντική αύξηση μελών. Αυτή η διαφοροποίηση οφείλεται σε ιστορικούς λόγους. Εξαιτίας των εμφυλίων πολέμων και των δικτατοριών που επιβλήθηκαν στις δύο χώρες, η άνθηση του κομματικού φαινομένου και η εδραίωση των μαζικών κομμάτων στην Ελλάδα και την Ισπανία θα συμβεί με χρονική υστέρηση, σε σχέση με την μεταπολεμική εξέλιξη που ακολούθησαν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, μετά το 1945. Ουσιαστικά, το κομματικό φαινόμενο αποτελεί παράγωγο της δεκαετίας του ΄80. Ωστόσο, στη δεκαετία του ΄90, μετά την κρίση του 1989-90, η τάση αντιστρέφεται. Η αποδόμηση του κομματικού συστήματος θα επιταχυνθεί ραγδαία την τελευταία δεκαετία της κρίσης. Εφεξής, η Ελλάδα ακολουθεί την γενική ευρωπαϊκή τάση.
[5] Το 2008, ο συνολικός αριθμός κομματικών μελών στην Ελλάδα υπολογίζεται σε 560.000 (6,59% του εκλογικού σώματος (Biezen, Mair and Poguntke 2012, πίνακας 1, 28). Η μείωση των κομματικών μελών στην Ελλάδα, στη δεκαετία 1998-2008, υπολογίζεται σε 40.000 (-6,67% – πίνακας 3, 32). Βλέπε και Παράρτημα, πίνακας 1, 44.
[6] Μαυρής, Γιάννης. 2019. «Το Κομματικό Σύστημα στη μεταμνημονιακή εποχή. Κόμματα ερήμην της κοινωνίας;» Ομιλία στα πλαίσια του 1ου Συνεδρίου Μεταπτυχιακών Φοιτητών και Υποψηφίων Διδακτόρων Πολιτικής Επιστήμης, με θέμα: «Όψεις της κρίσης: πολιτική, ιδεολογία, κοινωνία», Θεσσαλονίκη, 17 Μαρτίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Bartolini, Stefano, and Hans Daalder. 2014. “Peter Mair: An Intellectual Portrait,” in On Parties, Party Systems and Democracy. Selected writings of Peter Mair, ed. Ingrid van Biezen. Colchester: ECPR Press, 25-44.
Biezen, Ingrid van. 2004. “Political Parties as Public Utilities.” Party Politics 10 (6): 701–22.
Biezen, Ingrid van. 2014a. “The End of Party Democracy as We Know It? A Tribute to Peter Mair.” Irish Political Studies 29 (2): 177-93.
Biezen, Ingrid van, ed. 2014b. On Parties, Party Systems and Democracy. Selected writings of Peter Mair. Colchester: ECPR Press.
Biezen, Ingrid van. 2014c. “Introduction. On Parties, Party Systems and Democracy,” in On Parties, Party Systems and Democracy. Selected writings of Peter Mair, ed. Ingrid van Biezen. Colchester: ECPR Press, 1-17.
Biezen, Ingrid van and Petr Kopecký. 2007. “The State and the Parties: Public Funding, Public Regulation and Rent-Seeking in Contemporary Democracies.” Party Politics 13 (2): 235–54.
Biezen, Ingrid van, Peter Mair, and Thomas Poguntke. 2012. “Going, Going…Gone? The Decline of Party Membership in Contemporary Europe.” European Journal of Political Research 51 (1): 24–56.
Blyth, Mark, and Richard S. Katz. 2005. “From Catch-All Politics to Cartelisation : The Political Economy of the Cartel Party.” West European Politics 28 (January): 33–60.
Mair, Peter, ed. 1990. The West European Party System. Oxford-New York-Toronto: Oxford University Press.
Mair, Peter. 1994. “Party Organizations: From Civil Society to the State.” In How Parties Organize: Change and Adaptation in Party Organizations in Western Democracies, eds. Richard S. Katz, and Peter Mair. London: Sage, 1–22.
Mair, Peter. 1997. Party System Change. Approaches and Interpretations. Oxford: Clarendon Press.
Mair, Peter. 2009. “Representative versus responsible government.” Max-PlanckInstitut für Gesellschaftsforschung working paper 09/8.
Mair and Thomassen. 2010. “Political representation and government in the European Union,” Journal of European Public Policy 17 (1): 20-35.
Katz, Richard S., and Peter Mair, eds. 1992. Party Organizations. A Data Handbook. London-Thousand Oaks-New Delhi: Sage Publications.
Katz, Richard S., and Peter Mair, eds. 1994. How Parties Organize. Change and Adaptation in Party Organizations in Western Democracies. London-Thousand Oaks-New Delhi: Sage Publications.
Katz, Richard S., and Peter Mair. 1995. “Changing Models of Party Organization and Party Democracy: The Emergence of the Cartel Party.” Party Politics 1: 5–28.
Katz, Richard S., and Peter Mair. 1996. “Cadre, Catch-All or Cartel? A Rejoinder.” Party Politics 2 (4): 525–34.
Katz, Richard S., and Peter Mair. 2002. “The Ascendancy of the Party in Public Office: Party Organizational Change in Twentieth-Century Democracies,” in Political Parties: Old Concepts and New Challenges, eds. Richard Gunther, José Ramón Montero, and Juan J. Linz. Oxford: Oxford University Press, 113–35.
Katz, Richard S., and Peter Mair. 2009. “The Cartel Party Thesis Revisited.” Perspectives on Politics 7 (4): 753–66.
Katz, Richard S., and Peter Mair. 2018. Democracy and the Cartelization of Political Parties. Oxford: ECPR-Oxford University Press.
Kopecký, Petr. 1995. “Developing Party Organizations in East-Central Europe: What Type of Party Is Likely to Emerge?” Party Politics 1 (4): 515–34.
Kopecký, Petr, and Peter Mair. 2012. “Party Patronage as an Organizational Resource,” in Party Patronage and Party Government in European Democracies, eds. Petr Kopecký, Peter Mair, and Maria Spirova. Oxford: Oxford University Press, 2–38.
Mair, Peter. 1994. “Party Organizations: From Civil Society to the State.” In How Parties Organize: Change and Adaptation in Party Organizations in Western Democracies, eds. Richard S. Katz, and Peter Mair. London: Sage, 1–22.
Mair, Peter. 2009. “Representative versus responsible government.” Max-PlanckInstitut für Gesellschaftsforschung working paper 09/8.
Mair, Peter. 2013. Ruling the Void: The Hollowing of Western Democracy. London: Verso.
* Το βιβλίο του Peter Mair κυκλοφορεί στα ελληνικά, σε μετάφραση Ηρακλή Οικονόμου, από τις εκδόσεις Επίκεντρο